εικονισμός

εικονισμός
ο
απεικόνιση, περιγραφή, παράσταση.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • εἰκονισμός — delineation masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εικονισμός — ο (AM εἰκονισμός) απεικόνιση, περιγραφή αρχ. περιγραφή ατόμων σε καταλόγους απογραφής …   Dictionary of Greek

  • εἰκονισμοῦ — εἰκονισμός delineation masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰκονισμόν — εἰκονισμός delineation masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ИОАНН (ЗИЗИУЛАС) — Иоанн (Зизиулас [греч. ᾿Ιωάννης Ζηζιούλας] (род. 10.01.1931, с. Катафийон, близ г. Козани, Греция), митр. Пергамский (с 1986), богослов. Жизнь Иоанн (Зизиулас), митр. Пергамский, на конференции «Святитель Василий Великий отец и учитель Церкви» в… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”